|
Παναγία Κοσμοσώτειρα
Στης Βήρας τήν πανωμεριά η λαξεμένη πέτρα
σέ γκρίζα απόχρωση, που δένει στο τοπίο
παλιά εκκλησιά καί ο διαβάτης σταματά
τή σκάλα ν’ ανεβεί, τήν Παναγιά να χαιρετήσει.
Μνήμες ξυπνά απ’ τήν χριστιανική ακμή
ακμή που δεν κατάφερε να ολοκληρωθεί ποτέ
γιατί όσο πρέπει δέν στηρίχθηκε στήν <<εθνική>> Ελλάδα
όπως πατά η εκκλησιά σέ προχριστιανικά θεμέλια.
Γένος αρχαίο ελληνικό, τό θρακικό το φύλο
ατίθασο καί φονικό, περήφανο κυριαρχούσε
μά όταν ο κουρνιαχτός τής μάχης καταλάγιαζε
αιώνια τού πολιτισμού μνημεία εγκαθιστούσε.
Εδώ στον παλαιό ναό κάτι σαλεύει μ' αγωνία
μια σπίθα μέσ' στή στάχτη, ένας στρόβιλος μέσ’ στον αέρα
υπάρχουν νέοι ιχνευτές, μπορούν να συμπεράνουν
τής Θράκης η ψυχή τό πνεύμα δεν παρέδωσε.
Αν η Ελλάδα ζεί ακόμα κι ανασαίνει
τότε η πνοή της ξεπηδά από τή γή τού Ορφέα
το αίμα πάει να ξεραθεί στίς σκληρημένες
αρτηρίες τού κέντρου που αναίσχυντα ληστεύει τούς ακρίτες.
Είναι ανάγκη τώρα ζωτική, ελπίδα απ’ τίς στερνές
οι 'Ελληνες που μάτωσαν στή θρακική τή γη
στ' αντρα τής παρακμής έφοδο να τολμήσουν
τίς σάπιες τίς δομές για πάντα ν' αφανίσουν.
Ήρθ' ο καιρός οι Παναγιές, σκληρές να γίνουν
γιατί άν χαθεί το γένος τών Ελλήνων
θα σβήσουν οι Ορθόδοξοι απ' τή γή αγωνιστές
λειψός ο εξανθρωπισμός τού κόσμου θ' απομείνει.
Αγάπη δέν σημαίνει υποταγή καί καρτερία,
είναι αγώνας για το δίκαιο καί τήν τιμή
προσπάθεια να χτιστεί η συνοχή στήν κοινωνία
να ζήσουν μ' εργασία, χωρίς παράσιτα οι λαοί.
Γεώργιος Βλάχος 1-11-1994
|
Ποταμός Έβρος και λαϊκή μούσα
Ο ποταμός Έβρος, αρτηρία ζωής για αιώνες της ενιαίας ιστορικά, γεωγραφικά και πολιτιστικά Θράκης, έγινε ποταμός - καημός των Θρακιωτών ύστερα από την τριχοτόμηση της και την προσφυγιά του θρακικού στοιχείου από την Βόρεια και Ανατολική Θράκη.
Μετά τον χαλασμό του 1922 ο Έβρος δεν έπαυσε να αποτελεί αντικείμενο των εθνικών στοχασμών, μια και η μοίρα του επεφύλαξε το προνόμιο να αποτελέσει τα ανατολικά σύνορα της πατρίδας μας, μα συγχρόνως και την οριογραμμή δύο κόσμων, δύο θρησκειών, δύο ηπείρων και τελευταία την πύλη και την αρχή της ενωμένης Ευρώπης.
Ένας άγνωστος ποιητής γύρω στο 1923 ψάλλει την νοσταλγία για τις χαμένες πατρίδες, αλλά κα την προσμονή της ανταπόδοσης στους σφετεριστές της φυλής.
"Ο Σκοπός του Έβρου"
Κύλα τ' αργά σου τα νερά και πότιζε μας τα σπαρτά
ποτάμι αγαπημένο.
Στις όχθες σου με τις ιτιές, κάτω από τις δάφνες και μυρτιές,
την ώρα περιμένω.
Να ξεκινήσουμε μαζί, εσύ στον κάμπο τον πλατύ και
'γω στη
Θράκη όλη.
Με δίψα η γη της θα σε πιή, μα ΄γω θα πλύνω την
ντροπή και θα βρεθώ στην Πόλι.
Λίγα χρόνια αργότερα, το Γενάρη του 1944, στις δύσκολες πάλι μέρες της κατοχής, οι Γερμανοί εκτελούν πέντε πατριώτες στην πλατεία των Φερών.
Και ο σύγχρονος τροβαδούρος του μυθικού ποταμού Γιώργος Βαρελόπουλος επηρεασμένος από το θέαμα των πτωμάτων γράφει το ποίημα με τον τίτλο ¨Το βάλς του Έβρου¨, το οποίο σε λίγο τραγουδούσαν όλοι οι βαρκάρηδες του Έβρου και οι μαθητές των σχολείων της περιοχής.
Έβρο ποτάμι μυθικό, στους θρύλους βουτηγμένο,
αιώνες τωρ¨ αργοκυλάς βαρύ σαν κουρασμένο.
Από μακριά μας έρχεσαι τους κάμπους μας ποτίζεις
πλούτη και χαρές κι¨ ομορφιές, τριγύρω σου σκορπίζεις.
Και σαν τεχνίτης άφθαστος, τις όχθες σου στολίζεις
τις μαγικές σου τις στροφές τρελλά τις χρωματίζεις.
Ιτιές και λεύκες γέρνουνε με χάρη τα κλωνιά τους
και σαν νεράιδες πλέκουνε τα ξέπλεκα μαλλιά τους.
Και συ βουβός κι' αμίλητος, τα πόδια τους δροσίζεις
Και με το φώς του φεγγαριού, κρυφά τις καθρεπτίζεις .
Κι¨ όταν καθείς για μια φορά, τις όχθες σου γνωρίζει
αιώνια πλέον την ψυχή, Έβρο, θα σου χαρίσει.
|
|